Γιατί να τιμάται μια τέτοια μέρα;

26 Ιουνίου: Παγκόσμια Ημέρα Κατά των Ναρκωτικών και της Παράνομης Διακίνησής τους

Γιατί να τιμάται μια τέτοια μέρα;


Από την Ελένη Καραγεωργίου
Κλινική και Κοινωνική Ψυχολόγο (M.Sc., M.A)
Στέλεχος Πρόληψης του Κέντρου Πρόληψης Πνοή


Θα μπορούσε να απαντήσει κάποιος σε αυτό το ερώτημα ξεκινώντας από τα αυτονόητα. Θα παραθέσουμε τα εξής:
Γιατί, καταρχάς, λόγω της εξάρτησης από τα ναρκωτικά ένα σημαντικό κομμάτι της νεολαίας μπαίνει στο περιθώριο της ζωής και φλερτάρει επικίνδυνα με το θάνατο. Στην Ελλάδα ενδεικτικά από το 1995 έως το πρώτο τρίμηνο του 2011 έχασαν τη ζωή τους από ναρκωτικά 6.467 άνθρωποι.
Γιατί το εμπόριο ναρκωτικών αποτελεί το βασικό πεδίο δράσης του οργανωμένου εγκλήματος στην Ε.Ε. με ετήσιο τζίρο 27,7 δισ. Ευρώ.
Γιατί το 35% των ατόμων που καταλήγουν στη φυλακή έχουν καταδικαστεί για θέματα που αφορούν την κατοχή, χρήση ή διακίνηση – μικρών, ως επί το πλείστον- ποσοτήτων ναρκωτικών ουσιών.
Γιατί η αύξηση του ποσοστού των μαθητών που έχει κάνει χρήση κάποιας εξαρτησιογόνου ουσίας, κυρίως κάνναβης, ανεβάζει το ποσοστό των ανηλίκων χρηστών στο 15% του γενικού πληθυσμού, με παράλληλη μείωση της ηλικίας έναρξης της χρήσης.
Αλλά και πάλι, ακόμη και όταν ακούει κάποιος αυτά τα νούμερα και αυτά τα ποσοστά, ίσως ενδόμυχα θεωρεί ότι είναι μια Ημέρα αφιερωμένη σε ένα ζήτημα που δε τον/την αφορά.
Θα μπορούσε μάλιστα, όπως συμβαίνει συχνά, να υποστηρίξει ότι τα ναρκωτικά τα χρειάζονται λίγοι μόνο, αδύναμοι χαρακτήρες ή άνθρωποι του περιθωρίου, της πιάτσας που βγάζουν τα προς το ζην από αυτά, παραβλέποντας το γεγονός ότι ένας στους έξι εφήβους έχει πρόσβαση και δοκιμάζει στην πράξη και κατ’ επανάληψη μία ή περισσότερες παράνομες ουσίες…
Και κάπως έτσι αυτός ο υποθετικός αναγνώστης όπως και οι περισσότεροι από μας θα αποτάσσαμε με ευκολία από πάνω μας το φόβο της μόλυνσης από τη νόσο της εξάρτησης τραβώντας μια ξεκάθαρη διακριτή γραμμή με αλάνθαστο (;) κριτή το σύνορο της παρανομίας.
Ας παραθέσουμε λοιπόν ορισμένα συμπληρωματικά δεδομένα, σε σχέση με τη χρήση ορισμένων νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών αυτή τη φορά:
Στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο, περίπου 1,2 εκατομμύρια θάνατοι οφείλονται στο κάπνισμα και αντιπροσωπεύουν περίπου το 14% του συνόλου των θανάτων. Η Ελλάδα παρουσιάζει την υψηλότερη αναλογία καπνιστών μεταξύ των δυτικοευρωπαϊκών χωρών (37,6%), ενώ εκτιμάται ότι οι νέοι ηλικίας 18-20 ετών είναι καπνιστές σε ποσοστά που αγγίζουν το 50%.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (Ε.Κ.ΤΕ.Π.Ν. 2007) περίπου 200.000 Έλληνες πάσχουν από αλκοολική εξάρτηση, ενώ περίπου 5.000 θάνατοι ετησίως εκτιμάται ότι οφείλονται σε αιτίες που σχετίζονται με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΦ, οι Έλληνες καταφεύγουν με αυξητικές τάσεις κάθε χρόνο στη χρήση ψυχοφαρμάκων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που τους ταλανίζουν. Σημαντική είναι η κατανάλωση αγχολυτικών και αντικαταθλιπτικών χαπιών. Tα αγχολυτικά έχουν μέση ετήσια κατανάλωση 9.5 εκατομμύρια κουτιά. Ενδεικτικό είναι επίσης ότι στην Ελλάδα, πριν ακόμη η κρίση παρουσιάσει το πιο άγριό της πρόσωπο, το 2010 πουλήθηκαν συνολικά 8.401.480 κουτιά αντικαταθλιπτικά. Και η κατάχρηση γίνεται από ανθρώπους που βρίσκονται στην παραγωγική ηλικία, μεταξύ 30 και 45 ετών, ως αντιστάθμισμα μιας ζωής με ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις.
Υπάρχει επομένως μια βαθιά εδραιωμένη στάση στροφής τόσο του ατόμου όσο και της κοινωνίας ευρύτερα στις εύκολες λύσεις για τη διαχείριση των δύσκολων προβλημάτων και συναισθημάτων τους. Οι άνθρωποι αντί να αντιμετωπίζουν τους δαίμονές τους κατάματα, προτιμούν να τους κρατούν σε καταστολή και αντί να στραφούν στο διπλανό τους για βοήθεια οχυρώνονται πίσω από κούτες φαρμάκων, σύννεφα καπνού ή και την οθόνη του υπολογιστή τους.
Η εναντίωση στη χρήση και κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών επομένως, παρανόμων όσο και νόμιμων, η αντίσταση απέναντι σε κάθε μορφής εξάρτηση που καθιστά το άτομο ψυχικά και ηθικά ανάπηρο είναι ανάμεσα σε πολλά άλλα μια στάση ζωής που αντιστέκεται στην παθητικοποίηση και τη θυματοποίηση, ατόμων όσο και κοινωνιών. Είναι η επιλογή της ενηλικίωσης και της ανάληψης ευθύνης και πρωτοβουλιών δράσης απέναντι στους παράγοντες που πιέζουν, που στερούν δικαιωμάτων, που χειραγωγούν. Και η εποχή μας, περισσότερο από ποτέ έχει ανάγκη μιας τέτοιας στάσης.